Αθηροσκλήρωση των αρτηριών των άκρων
Η περιφερική αγγειοπάθεια είναι μια διαταραχή της κυκλοφορίας που προκαλεί την στένωση ή την απόφραξη των αγγείων. Το υλικό που φράσσει τις αρτηρίες αποτελείται κυρίως από λίπος και είναι γνωστό ως αθηρωματική πλάκα και η κατάσταση ως αθηροσκλήρωση.
Η Περιφερική Αρτηριακή Νόσος (ΠΑΝ) αναπτύσσεται μόνο στις αρτηρίες οι οποίες μεταφέρουν το πλούσιο σε αίμα οξυγόνο από την καρδιά στο υπόλοιπο σώμα και είναι η πιο κοινή μορφή περιφερικής αγγειοπάθειας, επομένως οι δύο όροι συχνά χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν την ίδια κατάσταση.
Αρτηρίες ονομάζουμε τα αγγεία του σώματος που μεταφέρουν αίμα από την καρδιά στους υπόλοιπους ιστούς. Το αίμα αυτό είναι πλούσιο σε οξυγόνο και θρεπτικά συστατικά.
Το αίμα από την καρδιά μεταφέρεται στους ιστούς του σώματος με την αορτή, η οποία είναι η μεγαλύτερη αρτηρία του σώματος και διανέμει το αίμα στους διάφορους ιστούς.
Άλλες αρτηρίες είναι οι καρωτίδες, οι λαγόνιες, οι αρτηρίες των άκρων και οι αρτηρίες των σπλάχνων.
Η φυσιολογική λειτουργία των αρτηριών είναι η διατήρηση σταθερής πίεσης στους διάφορους ιστούς του σώματος πράγμα που έχει σαν αποτέλεσμα την επαρκή οξυγόνωση και θρέψη των ιστών.
Οτιδήποτε διακόψει τη φυσιολογική αυτή λειτουργία όπως για παράδειγμα η στένωση των αρτηριών (αθηροσκλήρωση), έχει σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία ανάλογων συμπτωμάτων από τους ιστούς και τα όργανα που αρδεύονται από την αρτηρία που παρουσίασε τη βλάβη. Αυτό προϋποθέτει στένωση της αρτηρίας μεγαλύτερη από 70%.
Όταν μία αρτηρία αρχίζει να στενεύει, ο οργανισμός αρχίζει να δημιουργεί άλλα παράπλευρα αρτηρίδια έτσι ώστε να παρέχει στους διάφορους ιστούς την απαιτούμενη ποσότητα αίματος.
Όταν διαταραχθεί αυτή η ισορροπία μεταξύ παρεχόμενου αίματος και απαιτήσεων των ιστών έχουμε τη δημιουργία συμπτωμάτων, τα οποία είναι ανάλογα με το όργανο του οποίου η παροχή σε οξυγόνο και θρεπτικά συστατικά υπολείπεται.
Δείτε στο βίντεο πως δημιουργείται η αθηρωσκλήρωση.
Ανάλογα με το βαθμό της στένωσης της αρτηρίας η κατάσταση μπορεί να γίνει πολύ επικίνδυνη αν αφεθεί χωρίς θεραπεία. Συγκεκριμένα, όταν η στένωση της αρτηρίας ξεπεράσει το όριο του 70%, μειώνεται σημαντικά η παροχή του αίματος στο αντίστοιχο όργανο που τροφοδοτεί η αρτηρία, και μπορεί να δημιουργήσει τα ανάλογα συμπτώματα. Στο τελικό στάδιο, παρατηρείται ολική απόφραξη αρτηρίας με πολύ σοβαρές συνέπειες στο όργανο του σώματος που τροφοδοτούνταν από το πάσχον αγγείο.
Ως ισχαιμία κάτω άκρων ορίζεται η μείωση ή διακοπή της ροής του αίματος στα κάτω άκρα λόγω κάποιας βλάβης ή απόφραξης στις αρτηρίες που το τροφοδοτούν. Πρόκειται για μία επικίνδυνη κατάσταση που ειδικά στα τελευταία στάδια της μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε γάγγραινα ή απώλεια του μέλους που πάσχει.
Γενικά η ισχαιμία κάτω άκρων χωρίζεται σε 4 στάδια, ανάλογα με την σοβαρότητα της κατάστασης και το πόσο επικίνδυνη είναι για την υγεία του πάσχοντος μέλους αλλά και τη γενικότερη υγεία του ασθενούς.
Διαλείπουσα χωλότητα είναι η κατάσταση κατά την οποία εμφανίζεται άλγος στο πόδι κατά τη βάδιση. Το άλγος αυτό είναι αιτία να διακόψει ο ασθενής τη βάδισή του, να μείνει για λίγη ώρα όρθιος και στη συνέχεια να ξεκινήσει ξανά να βαδίζει. Εντοπίζεται κυρίως στη γαστροκνημία αλλά μπορεί να εμφανιστεί και στους γλουτούς ανάλογα με το επίπεδο της βλάβης (Λαγόνιες αρτηρίες ή αρτηρίες του μηρού).
Ο σφυρο-βραχιόνιος δείκτης υπολογίζεται μετά από μέτρηση της αρτηριακής πίεσης στα κάτω και τα άνω άκρα. Ο λόγος που προκύπτει από αυτές τις δύο μετρήσεις είναι ένας από τους σημαντικότερους δείκτες υπολογισμού της ισχαιμίας των κάτω άκρων.
Το πρώτο βήμα της θεραπείας του αγγειακού ασθενούς που βρίσκεται σε αρχικό στάδιο της νόσου (Στάδια Ι και ΙΙ) είναι η ρύθμιση των παραγόντων κινδύνου. Επίσης η χρήση ενός ευρέως φάσματος αντιαιμοπεταλιακών και αγγειοδιασταλτικών φαρμάκων πραγματοποιείται είτε όταν είναι πολύ νωρίς για χειρουργείο είτε σε περιπτώσεις χρόνιων και παραμελημένων καταστάσεων που δεν επιδέχονται χειρουργικής αντιμετώπισης.
Αυτό περιλαμβάνει:
Η σωστή συντηρητική θεραπεία και η τακτική παρακολούθηση είναι παράγοντες που μπορεί να προλάβουν την εξέλιξη της νόσου και να βελτιώσουν το προσδόκιμο επιβίωσης των ασθενών.
Περιλαμβάνει την ανοιχτή χειρουργική επέμβαση με χρήση τομών κατά την οποία συνήθως γίνεται κάποια αρτηριακή παράκαμψη (bypass) ξεπερνώντας με αυτόν τον τρόπο το σημείο στο οποίο έχει αποφραχτεί η αρτηρία. Υπάρχουν περιπτώσεις που μία απλή διατομή της αρτηρίας και καθαρισμός της αρκεί για να επαναιματωθεί το άκρο (ενδαρτηρεκτομή). Λόγω της μεγάλης εξέλιξης των ενδαγγειακών τεχνικών οι ανοικτές χειρουργικές παρεμβάσεις έχουν εγκαταλειφθεί σε μεγάλο βαθμό.
Οι τεχνικές αυτές έχουν αντικαταστήσει σε ποσοστό μεγαλύτερο του 90% τις ανοικτές τεχνικές. Η φιλοσοφία τους στηρίζεται στη χρήση της τεχνικής Seldinger κατά την οποία με χρήση βελόνας και ενός λεπτού σύρματος μπορούμε να μπούμε στο εσωτερικό των αγγείων και να γίνει η διάνοιξή τους.
Για επεμβάσεις στα κάτω άκρα γίνεται χρήση της κοινής μηριαίας αρτηρίας. Σε ιδιαίτερες περιπτώσεις μπορεί να γίνει παρακέντηση και της ιγνυακής αρτηρίας πάνω από το γόνατο ή των αρτηριών στον άκρο πόδα. Η πλέον σύγχρονη τεχνική περιλαμβάνει τη χρήση της κερκιδικής αρτηρίας στο χέρι διαμέσου της οποίας μπορούν πλέον να γίνουν παρεμβάσεις στο επίπεδο των λαγονίων αρτηριών και χαμηλότερα.
Με τον όρο αγγειοπλαστική εννοούμε τη διαδικασία κατά την οποία με χρήση συρμάτων, καθετήρων, μπαλονιών μπορούμε να φτάσουμε σε μία βλάβη και να την διανοίξουμε. Η κλασική διαδικασία περιλαμβάνει διάνοιξη της βλάβης με χρήση μπαλονιού αγγειοπλαστικής και κατά περίπτωση χρήση stent. Τα μπαλόνια και τα stent υπάρχουν σε διάφορα μήκη και διαμέτρους ανάλογα το αγγείο που θέλουμε να διορθώσουμε.
Οι περισσότερες διανοίξεις των αγγείων σήμερα γίνονται ελάχιστα επεμβατικά υπό τοπική αναισθησία και με νοσηλεία μικρότερη των 24 ωρών.
Ο ασθενής επιστρέφει σχεδόν αμέσως στη δραστηριότητά του και χρειάζεται ένας τακτικός μετεγχειρητικός έλεγχος. Αυτός γίνεται συνήθως στους 1, 6, 12 μήνες και μετά ετησίως με χρήση τρίπλεξ.
Τα φάρμακα που χορηγούμε μετεγχειρητικά περιλαμβάνουν κυρίως αντιαιμοπεταλιακά (Salospir, Plavix, DuoPlavin) και χορηγούνται συνήθως εφ΄ όρου ζωής.
Σημαντικό στοιχείο της μακροχρόνιας επιτυχίας μια τέτοιας επέμβασης είναι ο έλεγχος των παραγόντων κινδύνου και η συστηματική βάδιση.
Η ενημέρωση μέσω της ιστοσελίδας δεν μπορεί φυσικά να υποκαταστήσει τη διάγνωση και δεν παρέχει πληροφορίες προς διάγνωση κατ΄οίκον. Οι ασθενείς θα πρέπει να αξιολογούν τις πληροφορίες και να απευθύνονται άμεσα σε ιατρό εάν χρειάζεται.
©2024 | Dr. Παναγιώτης Γ. Θεοδωρίδης, MD, MSc